υπερυδάτωση

υπερυδάτωση
η, Ν
ιατρ. παρουσία μεγάλης ποσότητας ύδατος στον οργανισμό, η οποία παρατηρείται κυρίως κατά τη χορήγηση σακχαρούχων ή αλατούχων διαλυμάτων σε ένα άτομο για θεραπευτικούς σκοπούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. hyperhydratation < hyper- (< ὑπερ-*) + hydratation (< hydrater < ὕδωρ)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”